Περίληψη Έργου

Ο καρκίνος του νεφρού παρουσιάζει ποικίλη συχνότητα εμφάνισης γεωγραφικά και εμφανίζεται συχνότερα στους άνδρες συγκριτικά με τις γυναίκες. Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται αύξηση των περιστατικών παγκοσμίως. Η έκθεση των ατόμων σε περιβαλλοντικούς παράγοντες όπως το κάπνισμα, το αλκοόλ, η έκθεση σε τοξικές ουσίες, καθώς και μακροχρόνια νοσήματα όπως η υπέρταση, ο διαβήτης και η παχυσαρκία, σχετίζονται με αυξημένο κίνδυνο εμφάνισης νεφροκυτταρικού καρκίνου. Στην Κεντρική Ελλάδα, η ύπαρξη υψηλού αριθμού αγροτών που εκτίθενται σε χημικές/τοξικές ουσίες καθιστά αναγκαία τη χαρτογράφηση και μελέτη των περιστατικών με καρκίνο νεφρού.

Η κλασική τριάδα συμπτωμάτων (οσφυϊκός πόνος, αιματουρία και ψηλαφητή κοιλιακή μάζα) εμφανίζεται σε μικρό ποσοστό των ασθενών και ο σημαντικότερος προγνωστικός παράγοντας είναι το στάδιο της νόσου τη στιγμή της διάγνωσης. Ο ιστολογικός τύπος του καρκινώματος αποτελεί σημαντική παράμετρο επίσης. Στην πλειοψηφία τους οι νεφροκυτταρικοί όγκοι είναι διαυγοκυτταρικά καρκινώματα και σε μικρότερη συχνότητα θηλώδη και χρωμόφοβα καρκινώματα. Σήμερα, η θεραπεία εκλογής περιλαμβάνει μερική ή ριζική νεφρεκτομή, καθώς πρόκειται για νεοπλάσματα ιδιαίτερα ανθεκτικά στην χημειοθεραπεία και την ακτινοθεραπεία.

Η τεχνολογική εξέλιξη που παρατηρείται τελευταία έχει δώσει τεράστια ώθηση στις γνώσεις μας για το μοριακό υπόβαθρο που ευθύνεται για την καρκινογένεση ποικίλων νεοπλασμάτων, μεταξύ των οποίων και ο καρκίνος του νεφρού. Η μελέτη ατόμων με κληρονομικού τύπου νεοπλάσματα και η σύγκριση αυτών με σποραδικού τύπου καρκίνους επέτρεψε τον εντοπισμό συγκεκριμένων σε κάθε περίπτωση γονιδίων που εμπλέκονται στην καρκινογένεσή τους. Σήμερα η χρήση αυτοματοποιημένων συστημάτων αλληλούχισης νέας γενιάς έχει επιτρέψει τη μελέτη μεγάλου αριθμού γονιδίων. Η πληροφορία που συλλέγεται για τις γενετικές κι επιγενετικές αλλαγές των γονιδίων αυτών συνδυαζόμενη με κλινικο-ιστολογικά στοιχεία του όγκου οδηγεί στην ανάπτυξη μιας μορφομοριακής ταξινόμησης των όγκων, που ευνοεί την ανάπτυξη εξειδικευμένων θεραπευτικών προσεγγίσεων για τους ασθενείς. Ωστόσο, η πλειοψηφία των μελετών προς αυτήν την κατεύθυνση αφορούν κυρίως σε μεταστατικούς καρκίνους. Στην προκειμένη περίπτωση, η έλλειψη συμπτωμάτων σε πρώιμο στάδιο της νόσου καθιστά αναγκαία την αναζήτηση βιοδεικτών που θα συμβάλλουν στην πρόγνωση και έγκαιρη διάγνωση της νόσου, εξασφαλίζοντας βέλτιστη θεραπευτική προσπέλαση. Η χρήση της υγρής βιοψίας φαίνεται να είναι πολλά υποσχόμενη καθώς μπορεί να εξασφαλίσει μη επεμβατικά τη μελέτη γενομικού υλικού πολύ νωρίς, ακόμη και δύο έως έξι μήνες πριν την εμφάνιση απεικονιστικών ευρημάτων, παρέχοντας τη δυνατότητα της πρώιμης διάγνωσης.

Σκοπός του συγκεκριμένου έργου είναι η ανάπτυξη του RenArray, μιας μοριακής υπογραφής που θα περιλαμβάνει έναν αριθμό γονιδίων οι αλλαγές των οποίων θα μπορούν να ανιχνευθούν τόσο σε ιστικά δείγματα όσο και στο ελεύθερο κυττάρου κυκλοφορούν καρκινικό DNA. Για το σκοπό αυτό θα συλλεχθούν με τη συγκατάθεσή τους, δείγματα ασθενών που θα προσέλθουν στην Ουρολογική κλινική του Πανεπιστημιακού Νοσοκομείου Λάρισας καθώς και υγιών ατόμων (ομάδα ελέγχου). Με αλληλούχιση νέας γενιάς θα μελετηθούν οι αλλαγές σε επιλεγμένα γονίδια τόσο στους ασθενείς όσο και στην ομάδα ελέγχου.
Παράλληλα, η συσχέτιση των γενετικών αλλαγών των συγκεκριμένων γονιδίων σε συνδυασμό με τα κλινικο-ιστολογικά στοιχεία στοχεύει στην ανάπτυξη ενός αλγόριθμου που θα μπορεί να εφαρμοσθεί στην καθημερινή κλινική πράξη για την έγκαιρη διάγνωση και την πρόγνωση του καρκίνου του νεφρού.